Όλοι λίγο ή πολύ έχουμε βιώσει την θνησιμότητα των γονιών μας ή κάποιου αγαπημένου μας ανθρώπου. Από την μία στιγμή στην άλλη, εκεί που ακολουθούμε το καθημερινό μας “ασφαλή” πρόγραμμα, καλούμαστε να βρεθούμε σε μη οικείους χώρους (νοσοκομεία, κλινικές, θεραπευτήρια κ.α) τα οποία μας φέρνουν αντιμέτωπους με μια πληθώρα συναισθημάτων τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ξέρουμε πως να τα διαχειριστούμε. Συνήθως ο θυμός πρωτοστατεί. “Γιατί συμβαίνει αυτό σε εμάς”, “Γιατί ο γονιός/αγαπημένος βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση”, “Γιατί δεν υπάρχει επαρκές νοσοκομειακό προσωπικό, υλικό, δομές, ενημέρωση, κ.α.” Αισθανόμαστε ανίσχυροι μπροστά σε ένα απρόσωπο νοσοκομειακό σύστημα με άπειρες γραφειοκρατικές καθυστερήσεις ενώ ταυτόχρονα καταρρέει από λεπτό σε λεπτό ο μικρόκοσμος μας. Αναγκαζόμαστε να γίνουμε γονείς στην θέση των γονιών μας, φροντιστές, νοσοκόμοι, τόσο για τους δικούς μας ανθρώπους όσο και για άλλους άγνωστους ανθρώπους οι οποίοι χρειάζονται την βοήθειά μας και αποτελούν μέρος της “νοσοκομειακής” μας καθημερινότητας.
Παράλληλα μπαίνουμε στο ρόλο του θύματος και του θύτη, παλεύοντας με όποια συναισθηματική αναπηρία έχουμε στην προσπάθειά μας να κρατηθούμε στο ύψος των περιστάσεων ή έστω να επιβιώσουμε συναισθηματικά.
Οι πιο ενδόμυχοι φόβοι μας που κυρίως αφορούν την δική μας απώλεια και την θνησιμότητα μας αναδύονται και το εσωτερικό μας παιδί θέλει απλά να κρυφτεί κάτω από το τραπέζι και να κλάψει αναζητώντας γοερά την παρηγοριά ενός γονιού που πλέον όμως δεν υπάρχει (ακόμα και αν ο τελευταίος ζει). Και αυτό είναι βαρύ πλήγμα. Παρ’όλα αυτά θεωρώ τα νοσοκομεία μεγάλο σχολείο. Δοκιμαζόμαστε σε πολλά επίπεδα αλλά ταυτόχρονα περιορίζουμε το εγώ μας και γινόμαστε πιο ανθρώπινοι. Οι διαπροσωπικές διαμάχες πάνε στην άκρη και ο ανθρώπινος πόνος ανασύρει την δυνατότητα της ενσυναίσθησης , της παρηγοριάς, της αλληλεγγύης, του καλού λόγου και της συμπόνιας. Αρετές ξεχασμένες αλλά όχι χαμένες. Στις δύσκολες στιγμές επικεντρωθείτε και αντλήστε δύναμη από αυτές.